Κυριακή 27 Απριλίου 2014

Ο κιτρινούλης και η δύναμη του


Από μικρή μου άρεσαν τα ζώα και ήθελα να έχω κάποιο κατοικίδιο. Έτσι οι γονείς μου μου δώρισαν 6 χρυσόψαρα. Τα φρόντιζα αρκετά, αλλά σιγά σιγά ψόφησαν. Τελικά, ο θείος μου μου έδωσε ένα καναρίνι, που φαγώθηκε από ένα σαΐνι. Κατόπιν, μου  έδωσε άλλο ένα το οποίο είχε το ίδιο τέλος και πέρυσι μου έδωσε άλλο ένα το οποίο ευτυχώς ζει.
    Εγώ θα σας μιλήσω για το τελευταίο. Αυτό το καναρίνι είναι κίτρινο και το όνομα του είναι Κιτρινούλης. Το χάρισμα του είναι ότι κελαηδάει υπέροχα και καθημερινά. Επίσης είναι πολύ γενναίο και δυνατό. Αυτό το συμπέρανα από ένα γεγονός που συνέβη φέτος τον Νοέμβριο.
       Ήταν μια πανέμορφη μέρα, ηλιόλουστη και έτσι αποφάσισα να καθίσω στην βεράντα. Πλησίασα στο πουλάκι και τι να δω, κάποιος το είχε πληγώσει. Η φτερούγα του ήταν κατακόκκινη και αυτό ξαπλωμένο και ακίνητο. Αμέσως φώναξα τη μαμά  μου η οποία ήρθε στο πιτς φυτίλι πήρε το πουλάκι το έβαλε μέσα στο σπίτι και πήρε τηλέφωνο στον θείο μου ο οποίος γνωρίζει  τι πρέπει να γίνει σε αυτές τις περιπτώσεις. Μας είπε λοιπόν να του δώσουμε να πιει ασπιρίνη  διαλυμένη σε νερό για να ηρεμήσει και να αλείψουμε με μπεταντίν την πληγή του. Η μαμά μου το έβγαλε σιγά –σιγά από το κλουβί κα άρχισε να καθαρίζει το τραύμα του. Μετά το   αφήσαμε να ξεκουραστεί στο μπάνιο με τα αερόθερμο σε λειτουργία  για να ζεσταθεί. Το καημένο προσπαθούσε να πετάξει μα κάθε φορά που το διακινδύνευε έπεφτε με τα φτερά στον πάτο του κλουβιού. Πέρασαν 1-2 μέρες και συνεχιζόταν η ίδια κατάσταση  δεν μπορούσε να πετάξει. 
       Ο θείος μου είπε ότι θα πέθαινε σε μερικές ημέρες, αν δεν έκανε πρόοδο. Μία από τις επόμενες μέρες πήγα κι εγώ να δω τι έκανε κι εκείνο πετούσε. Τότε πέταξα κι εγώ από την χαρά μου. Φώναξα τους γονείς μου, οι οποίοι ανακουφίστηκαν και περισσότερο ο μπαμπάς, ο οποίος το είχε αγαπήσει τόσο πολύ αυτό το καναρίνι. Από τότε και πέρα προσέχουμε το πουλάκι σαν τα μάτια μας και το φροντίζουμε καθημερινά. Πιστεύω ότι κι αυτό είναι ευχαριστημένο από την συμπεριφορά μας απέναντί του. Τέλος, δεν θέλω ποτέ ξανά να συμβεί κάτι τέτοιο στο καναρίνι μου, ποτέ!!!

                                                                                                                                                        
                                            ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΦΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΥ

Ο καινούργιος μου φίλος


Ένας από τους καλύτερους φίλους του ανθρώπου είναι ο σκύλος. Έτσι λοιπόν θα σας μιλήσω για την ιστορία του μικρού μου φίλου, του Ρόμπι. Ο Ρόμπι είναι ένα μικρό χνουδωτό, καφετί σκυλάκι με κατάμαυρα μάτια και μαύρη μύτη.
    Η ιστορία του δεν είναι σαν των άλλων σκυλιών. Τον βρήκα μια μέρα βρόμικο και πεινασμένο. Ήταν ένα συνηθισμένο Σάββατο μέχρι που ξεκίνησα να πάω στο φροντιστήριο. Όταν βγήκα στην αυλή του σπιτιού μου άκουσα έναν περίεργο ήχο. Προχώρησα αργά και δειλά προς τον ήχο, ο οποίος ερχόταν κάτω από κάτι θάμνους. Πήγα, κοίταξα και τότε πετάχτηκε μπροστά μου ένα μικρό σκυλάκι το οποίο έκλαιγε και στην αρχή δεν ήξερα τι να κάνω.
    Εδώ και πολύ καιρό θα ήθελα  να είχα έναν δικό μου σκύλο. Τώρα το μόνο που έμενε ήταν να πείσω τους γονείς μου. Έτσι λοιπόν, επειδή βιαζόμουν, κλείδωσα την πόρτα της αυλής και μετά από το φροντιστήριο θα τους ζητούσα αυτή την μικρή χάρη. Σε όλο το μάθημα σκεφτόμουν τι να έκανα και δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ. Το μυαλό μου ήταν στον μικρό μου φίλο και ξαφνικά αποφάσισα ότι ο μοναδικός τρόπος να τους πείσω είναι να τους υποσχεθώ ότι θα τον φροντίζω εγώ. Αμέσως μετά το φροντιστήριο πήρα τον σκύλο, τον έπλυνα, ώστε να δείχνει καθαρός και πιο όμορφος. Ξαφνικά ο σκύλος άρχισε να γαβγίζει και να τρέχει πέρα δώθε από την χαρά του. Τα γαβγίσματα του έβγαλαν έξω τους γονείς μου στο μπαλκόνι. Τον έβλεπαν πόσο χαρούμενος και παιχνιδιάρης ήταν που, αφού τους εξήγησα πόσο πολύ τον ήθελα, χωρίς δεύτερη σκέψη άφησαν να τον κρατήσω.Έτσι ο Ρόμπι έγινε μέλος της οικογένειας.
    Από εκείνη την μέρα απέκτησα έναν νέο φίλο.Την επόμενη μέρα επισκεφτήκαμε την κτηνίατρο, η οποία του έκανε τα απαραίτητα εμβόλια και πλέον μπορούσαμε να παίξουμε άνετα μαζί του.Τα χρόνια περνούσαν και ο Ρόμπι άρχισε να μεγαλώνει. Δεν είχε καμία σχέση με τον μικρό σκύλο που είχα γνωρίσει, αλλά παρ' όλα αυτά συνεχίζω να τον αγαπώ!

 ΘΑΝΑΣΗΣ ΠΟΛΥΖΟΣ


Πέμπτη 10 Απριλίου 2014

Η καλύτερη ανάμνηση

Καθόμουν στην βεράντα μου και  καθώς κοιτούσα τον κόσμο με τα κατοικίδια του να περνάει απ’ έξω σκέψεις και αναμνή-
σεις περνούσαν από το μυαλό μου... Ήμουν περίπου έξι χρονών, όταν απέκτησα ένα μικρό σκυλάκι! Μου το είχαν φέρει δώρο οι γονείς μου για τα γενέθλια μου. Ήταν ένα μι-
κρό πλασματάκι με μεγάλα μαύρα μάτια, με ένα ασπρόμαυ-
ρο τρίχωμα κι ένα μπλε κολάρο στο λαιμό του! Το ονόμασα Ότο! Σαν χθες ήταν που είχε μπει μέσα στο κοτέτσι και κυ-
νηγούσε να φάει τις κότες κι η γιαγιά μου το κυνηγούσε με την μαγκούρα της ή τότε που  είχε ανέβει στα κεραμίδια κι  ο πατέρας μου προσπαθούσε άδικα να τον κατεβάσει. Όλα κυλούσαν υπέροχα μέχρι εκείνη την τραγική μέρα...
    Ήταν περίπου 12 τα μεσάνυχτα, ψυχή δεν ακουγόταν έξω. Την σιωπή την σταμάτησε ένας κρότος! Βγήκαμε όλοι έξω, το μόνο που είδαμε ήταν ένα φορτηγό να παίρνει τον Ότο μου. Άρχισα να τρέχω για να προλάβω, μα μάταια! Η θλίψη μου δεν περιγραφόταν και τα παρακάλια να βρεθεί ο Ότο ήταν ασταμάτητα… 
    Μεγάλωσα, αλλά ο Ότο είναι οι αναμνήσεις μου. Όσα χρόνια κι αν περάσουν θα συνεχίσω να ψάχνω με την ελπίδα πως κάποια μέρα θα τον βρω!



                                                                                               
                                                   ΔΗΜΗΤΡΑ ΠΟΝΤΙΚΑ

Το καναρίνι μου


Έχω ένα καναρίνι που το ονομάζω Μπιμπούκο. Είναι μόλις δύο χρονών και είναι γλυκό, αξιαγάπητο, παιγνιδιάρικο και λίγο γκρινιάρικο. Κελαηδά τόσο γλυκά που με ηρεμεί. Ξέρει να παίρνει από μόνο του προφυλάξεις. Όταν πάει κάποιος να πειράξει το σπίτι του, ανοίγει την πόρτα, βγαίνει έξω και τον τσιμπά. Δεν έχει ιδιοτροπίες στο φαγητό, τρώει σποράκια και ό,τι άλλο του δώσουμε. Τις ώρες που τελειώνω τα μαθήματα μου και δεν έχω τι να κάνω,  πηγαίνω στο κλουβί του και παίζουμε. Το πιάνω στα χέρια μου και το μαθαίνω κάθε φορά καινούρια πράγματα, δηλαδή το εκπαιδεύω.Το αγαπώ πολύ σαν να είναι αδελφός μου.
    Παρ' όλη την αγάπη που του έχουμε όλοι στο σπίτι, δεν έλειψαν τα λάθη.  Μια μέρα ήταν χειμώνας και έκανε πάρα πολύ  κρύο, το είχαμε ξεχάσει, έξω στο μπαλκόνι. Ευτυχώς όμως το βρήκαμε ζωντανό. Ήταν λίγο μετά που το αγοράσαμε και δεν είχαμε συνηθίσει ακόμη την παρουσία του. Μια άλλη φορά πάλι, λείψαμε δύο μέρες νομίζοντας ότι έχει νερό. Είχε όμως ελάχιστο. Από τότε προσέχουμε πλέον πολύ. 
  Πια δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς το Μπιμπούκο.  Πιστεύω πως είναι ωραίο να έχεις ένα κατοικίδιο, διότι σε φέρνει πιο κοντά με το ζωικό κόσμο και η φροντίδα του σε κάνει καλύτερο άνθρωπο!

                                                                                                   

                                              ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΣΧΟΣ

Δευτέρα 7 Απριλίου 2014

ΟΙ ξεχωριστοί μου φίλοι

Τα τελευταία χρόνια δεν απέκτησα κάποιο κατοικίδιο, αν και αυτό δεν με ευχαριστεί πολύ. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είχα και ποτέ. Το πρώτο μου κατοικίδιο ήταν ένα ασχημόπαπο, που το είχαμε στο σπίτι μας στην Κω. Δυστυχώς, παρέμεινε ασχημόπαπο και δεν μεταμορφώθηκε σε έναν πανέμορφο κύκνο όπως μας είχαν πει. Το επόμενο, ή μάλλον καλύτερα, τα επόμενα κατοικίδια άφησαν σημάδια στη ζωή μου. Αλλά ας ξεκινήσουμε από την αρχή…
  Όταν ήμουν έξι ετών, είχαμε ένα κιτρινόασπρο καναρινάκι που το φωνάζαμε Τσίφτη. Αν και δεν κελαηδούσε πολύ, εγώ το αγαπούσα ιδιαίτερα. Μαζί είχαμε συζητήσει ότι υπήρχε στην επικαιρότητα τότε, και πετούσαμε σε κόσμους άλλους, ονειρικούς. Μια μέρα ακούσαμε με την μαμά μου ένα «τσίου-τσίου» από έξω. Υποθέσαμε ότι κάποιο σπουργίτι θα είχε καθίσει κάπου γύρω από το σπίτι μας και θα κελαηδούσε. Τότε δεν δώσαμε σημασία. Το τραγούδι του πουλιού, όμως επέμενε, και κάθε μέρα το ακούγαμε. Βγαίνουμε έτσι, έξω στο μπαλκόνι για να δούμε από πού προέρχεται ο ήχος. Μετά από προσεκτική παρατήρηση, είδαμε ένα καναρινάκι στο πεζοδρόμιο. Στείλαμε τον μπαμπά να το πάρει, και το βάλαμε στο παλιό κλουβί του Τσίφτη, Δίπλα του. Αν και δεν είχε κάποια ιδιαίτερη ομορφιά, τραγουδούσε τόσο ωραία που σε συνέπαιρνε με τη φωνή του. Με τον Τσίφτη έγιναν πολύ καλοί φίλοι. Τον επηρέασε θετικά, καθώς τον βλέπαμε να προσπαθεί να κελαηδήσει και αυτός, πράγμα που σημαίνει ότι ήταν αρκετά χαρούμενος. Βέβαια είχαν και την φροντίδα μας, που πιστεύω τα βοήθησε αρκετά. Στο σπίτι μας ηχούσαν μελωδικές φωνές, που γέμιζαν τον χώρο και εύφραιναν την καρδιά. Πάντως τώρα είχαμε δύο Τσίφτες που στην κυριολεξία θριάμβευαν με το τραγούδι τους, κερδίζοντάς τους όλους!

 
     Μετά από ένα χρόνο μετακομίσαμε στο σπίτι που μένω τώρα. Το καναρίνι που είχαμε βρει, πέθανε, γέρικο όπως ήταν. Αυτό που με ανακουφίζει είναι πως ‘’έφυγε’’ ευτυχισμένο από την ζωή. Ο άλλος τσίφτης, φάνηκε ότι δεν είχε καλή ψυχολογική διάθεση, όπως πριν, και από εκείνη την μέρα σώπασε και εμείς δεν ξανακούσαμε την μελωδική του φωνή. Έζησε για άλλα δύο χρόνια, μέχρι που ένα γεράκι ήρθε και του έκοψε το κεφαλάκι του, δίνοντας τέλος στην ζωή του. Τώρα, ελπίζω, να βρίσκονται οι δύο φίλοι μαζί και να πλημμυρίζουν τον ουρανό με την ζεστασιά της φωνής τους. Με τη μετακόμιση μπορεί να αλλάξαμε προς το καλύτερο την ζωή μας, αλλά χάσαμε και δύο πολύτιμα μέλη της.
    Από τότε που χάσαμε τα καναρίνια, δεν πήραμε άλλο κατοικίδιο. Ποιος θα μου έλεγε,όμως, ότι μετά από έξι χρόνια θα συναντούσα ένα παπαγάλο και θα τον έβαζα μέσα στην καρδιά μου;  Κανένας.  Και γι’ αυτό θα δείτε πως αναπληρώθηκε το κενό που είχα μέσα μου, αν και καθυστερημένα.
   Το καλοκαίρι πραγματοποιούσα τακτικές επισκέψεις στον ζωολογικό κήπο της πόλης μας. Εκεί υπάρχουν πάρα πολλά ζώα που αν και τα έχω δει αρκετές φορές, κάθε φορά τα θαυμάζω ακόμη περισσότερο. Στο τέλος του περιπάτου μας, καθώς φεύγαμε, δεν ξεχνούσαμε να κάνουμε την καθιερωμένη στάση μας στο κλουβί του παπαγάλου. Είναι ένας ιδιαίτερος παπαγάλος, με πολύχρωμα φτερά και μαύρα μπιρμπιλωτά μάτια. Του έμαθα να λέει το όνομα μου, να λέει καλημέρα και παρόμοιες εκφράσεις. Θα μπορούσα βέβαια να του μάθω κι άλλα, μα ο χρόνος ήταν λιγοστός. Τυχαία, μια μέρα, περπατώντας γύρω-γύρω από το κλουβί παρατήρησα ότι με ακολουθούσε. Όποτε ανέβαινα πάνω στο πεζούλι σκαρφάλωνε και αυτός προς τα πάνω και όποτε κατέβαινα κατέβαινε και αυτός. Τον ρωτούσα «τι κάνεις;», έλεγε «κρα-κρα» έπειτα «πως σε λένε;» και απαντούσε «κρα-κρα-κρα».  Δηλαδή όταν του μιλούσα μού μιλούσε και αυτό μας έκανε γνωστούς… Όλοι οι περαστικοί σταματούσαν και μας παρατηρούσαν  ή μας τραβούσαν βίντεο. Ήμασταν και εμείς όμως φοβερό δίδυμο! Μου φαίνεται ότι αυτές οι επισκέψεις στο ζωολογικό κήπο απέδωσαν καρπούς.
   Είδατε πως τα φέρνει η ζωή; Πράγματα που έχεις ξεχάσει, τα βλέπεις ξανά μπροστά σου και σου προσφέρουν τόση χαρά που γκρεμίζεις κάστρα ολόκληρα. Από την άλλη τα ζώα είναι τόσο σημαντικά που αλλάζουν τη ζωή σου πάντα προς το καλύτερο. Τα συναισθήματα είναι αμοιβαία και δεν μαθαίνει μόνο το ζωάκι από εσένα αλλά και εσύ απ’ αυτό. Γιατί κάθε κατοικίδιο …  εγγυάται ότι η σχέση αγάπης γίνεται σχέση δύναμης της ψυχής!

                                                                 




                                                             ΕΥΘΥΜΙΑ ΤΟΤΗ



Κυριακή 6 Απριλίου 2014

Το ζωάκι μου




Είναι τέλος Αυγούστου. Περνώ τις τελευταίες μέρες των διακοπών στο χωριό μου. Ένα απόγευμα καθώς περπατούσα στο δρόμο άκουσα ένα νιαούρισμα. Αμέσως σταμάτησα και πήγα προς το μέρος όπου ακουγόταν. Εκεί βλέπω ένα μικρό γατάκι με δυο όμορφα μάτια που με κοιτούσαν. Το πήρα στην αγκαλιά μου και το πήγα στο σπίτι. Στην αρχή ήταν λίγο φοβισμένο αλλά αργότερα άρχισε να τρώει το φαγητό που του έδωσα.
      Τις επόμενες μέρες άρχισε να παίζει μαζί μου καθώς και με τα δυο μεγάλα γατάκια που είχαμε στο σπίτι. Έτσι μεγάλωσε η παρέα μαζί τους κι έγινε ένα πολύ έξυπνο και παιχνιδιάρικο γατάκι. Εγώ το αγαπώ παρά πολύ κι εκείνο μου δείχνει την αγάπη του με κάθε τρόπο. Κάθε φορά που πάω στο χωριό μόλις ακούει το αυτοκίνητο καταλαβαίνει αμέσως και τρέχει στο δρόμο γρήγορα κοντά μου και τρίβεται στα πόδια μου σαν να με καλωσορίζει, ενώ εγώ το χαϊδεύω, το παίρνω στην αγκαλιά μου, το ταΐζω και παίζω μαζί του, ενώ εκείνο κουνάει την ουρά του από ευχαρίστηση. Είμαι πολύ δεμένος ,μαζί του και το αγαπώ σαν πραγματικό μου φίλο. Είναι συνέχεια στην αυλή του σπιτιού και ποτέ δεν φεύγει μακριά.
      Το καλοκαίρι που μας πέρασε, όταν ήμουν στο χωριό εξαφανίστηκε για δύο μέρες. Ήμουν στενοχωρημένος, οπότε έψαχνα συνέχεια για να το βρω και δεν είχα διάθεση για τίποτα! Ώσπου την τρίτη μέρα γύρισε στο σπίτι. Το πήρα στην αγκαλιά μου το τάισα, το χάιδεψα και έπαιξα μαζί του για να του δείξω την αγάπη μου. Ποιος ξέρει που είχε πάει; Το μάλωσα και λίγο γιατί είχα ανησυχήσει πολύ. Από τότε δεν έχει ξαναφύγει  ποτέ και είναι πάντα στο σπίτι πιστό και υπάκουο, γιατί ξέρει πως το αγαπάμε πολύ!!  
                                              ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Πέμπτη 3 Απριλίου 2014

Ο καλυτερός μου φίλος

                                                


Κοιτάζω το μπαούλο με τις παλιές φωτογραφίες, λίγες ώρες πριν τη μετακόμισή μας. Το ανοίγω και παίρνω μια φωτογραφία μεγάλης συναισθηματικής αξίας για εμένα. Ένα δάκρυ νιώθω να τρέχει στο μάγουλό μου. Κοιτούσα τον εαυτό μου μαζί με τον πιστό μου φίλο, τον Άλεξ.
          Το μυαλό μου ξαφνικά γυρνάει πίσω  στο παρελθόν. Τη μέρα που έγινε μέλος της οικογένειάς μας ένα πανέμορφο σκυλάκι ράτσας Κόλλεϊ. Άλεξ ήταν το όνομά του. Ήταν πολύ παχνιδιάρης αλλά και δραστήριος, αφού έψαχνε ευκαιρία να τρέξει και να κινηθεί συνεχώς. Το ανάστημά του ήταν γύρω στα 60 εκατοστά. Είχε μακρύ τρίχωμα χρώματος καφετί και άσπρου, ολόιδιος με την γνωστή σε όλους μας Λάσσυ.
          Περάσαμε μαζί 5 χρόνια ξεγνοιασιάς. Από όταν ήμουν τριών χρονών με συντρόφευε, μου έφτιαχνε τη διάθεση και ένιωθα ότι έχω έναν πραγματικό φίλο στο πλάι μου. Μαζί παίζαμε όλη την ώρα, τον έβγαζα βόλτες, τον περιποιούμουνα, τον έπλενα και όλα αύτα μου τα ξεπλήρωνε μονάχα με την παρουσία του και τα χάδια του.
           Ένα άλλο χαρακτηριστικό που τον διέκρινε ήταν το πείσμα του, αλλά και το πόσο σκανταλιάρης ήταν. Για παράδειγμα όταν ένα καλοκαίρι πήγαμε διακοπές και αναγκαστήκαμε να τον αφήσουμε στους παππούδες μου, είχε κάνει το σπίτι άνω κάτω. Το χόμπι του μάλιστα ήταν να σκίζει όποια παπούτσια έβρισκε μπροστά του. Δυστυχώς το χόμπι του, δεν άρεσε και τόσο στους παππούδες μου, αφού γινόταν έξω φρενών μόλις έβλεπαν το σπίτι τους βομβαρδισμένο. Όταν γυρίσαμε από τις διακοπές και πήγαμε από το σπίτι των παππούδων μου για να τον πάρουμε έκανε τον αδιάφορο και πως δεν μας έβλεπε, γιατί δεν τον είχαμε πάρει μαζί μας στις διακοπές. Έτσι, κάναμε και εμείς πως ήταν αόρατος και μόλις ξεκινήσαμε να φύγουμε για να δούμε τι θα κάνει, αυτός όρμησε στην αγκαλιά μας και άρχισε να μας γλείφει από την χαρά του.
            Δυστυχώς όμως αρρώστησε μια μέρα πολύ βαριά. Έγινε άκεφος και συνεχώς κοιμόταν. Είχε χάσει τη ζωντάνια και τη σπιρτάδα του. Τον πήγαμε αμέσως στον κτηνίατρο και μέτα από την εξέταση, μας είπε ότι δε θα τον έχουμε μαζί μας, για πολύ καιρό ακόμα. Στο σπίτι τις επόμενες μέρες ήταν εξαντλημένος, δεν μπορούσε να κουνηθεί και δεν έτρωγε τίποτα. Προσπαθούσαμε να δείχνουμε ήρεμοι μπροστά του, παρόλο που μέσα μας, ήμασταν καταστεναχωρημένοι. Αυτό συνεχίστηκε για περίπου δύο εβδομάδες ακόμα. Μην αντέχοντας να τον βλέπουμε άλλο έτσι να εξοντώνεται αργά και βασανιστικά τον πήγαμε στον κτηνίατρο και του ζητήσαμε να του κάνει ευθανασία. Τον αποχαιρετήσαμε για τελευταία φορά κλαίγοντας κι αγκαλιάζοντας τον σφιχτά ώσπου αφήσαμε τον κτηνίατρο να κάνει αυτό που έπρεπε.
             Θα μείνει για πάντα μέσα στην καρδιά μας και στο μυαλό μας και θα μας συντροφεύει μέσα από τις αναμνήσεις που μας χάρισε για μια ζωή.

                                                                                       ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ




Τετάρτη 2 Απριλίου 2014

Η επικίνδυνη αποστολή



Ο Ρίκι ήταν το αγαπημένο μου σκυλάκι. Ζούσε στο χωριό μαζί με τη γιαγιά μου. Για το λόγο  ότι συντρόφευε την γιαγιά και την μοναξιά της με έκανε να το λατρέψω. Είχε καφέ και λευκό χρώμα με κάτι  γλυκά, μαύρα, στρογγυλά, μεγάλα μάτια και μια κατάμαυρη μουσούδα που τον έκαναν αξιοζήλευτο και γλυκούλη. Ήταν πολύ φιλικό και κέρδιζε το ενδιαφέρον του οποιουδήποτε περαστικού. Δεν με παραξένευε καθόλου, γιατί τα χαρακτηριστικά του Ρίκι είχαν ένα μοναδικό και ομαλό συνδυασμό.


Ήταν όμως και άτακτος. Λάτρευε τη φύση και το παιχνίδι με τις πεταλούδες. Ήταν ανόητο αλλά συγχρόνως τέλειο το να βλέπεις το κατοικίδιό σου να κάνει κάτι τόσο χαζό. Επίσης, αγαπούσε την σκυ-λοτροφή του και το σπιτάκι του δίπλα από το κοτέτσι. Μισούσε την πολυκοσμία και τα πάρτι. Αφού μια φορά, όταν είχα κάνει πάρτι στο χωριό, ήρθε και διέλυσε τα πάντα και με τραυμάτισε.  Αυτό όμως, η αταξία του, δεν με εμπόδισε να τον λατρέψω.
Ο Ρίκι είχε πάντα μια επικίνδυνη συνήθεια που μας άγχωνε όλους.  Κάθε Κυριακή, πηγαίνοντας η γιαγιά στην εκκλησία, ο Ρίκι έφευγε από το σπίτι. Η πράξη αυτή έκανε την γιαγιά να ανησυχεί πάρα πολύ. Στο συγκεκριμένο σκυλί, άρεσε και η περιπέτεια. Δραπέτευε από το σπίτι και κατευθυνόταν προς την πλατεία. Περνούσε αθόρυβα από την σκηνή του θεάτρου σκιών, που μας επισκεπτόταν τα Σαββατοκύριακα, και κατευθυνόταν στην εκκλησία. Εκεί ανέβαινε  από την εξωτερική σκάλα, στο καμπαναριό. Αφού αγνάντευε αρκετή ώρα το χωριό, ύστερα με ένα άλμα, προσγειωνόταν στο παγκάκι της αυλής που ήταν σχετικά κοντά. Χουχούλιαζε και καθόταν πάνω σε αυτό για λίγα δεύτερα και ύστερα ξαναχοροπηδούσε σε μια καρότσα από το, συνήθως, παρκαρισμένο αγροτικό αμάξι του παπά που βρισκόταν κάτω από την εκκλησία, σε άλλη τόση απόσταση δηλαδή.
ΑΥΤΗ Η ΣΥΝΗΘΕΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΟΥΝΤΑΝ ΚΑΘΕ ΠΡΩΙ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ!
Η γιαγιά μου ήξερε για τη συνήθεια του σκανταλιάρικου σκυλιού μας. Ήξερε, επειδή η κυρία Ματίνα, παρατηρούσε τον Ρίκι στον οποίο είχε μεγάλη αδυναμία και πάντοτε της τραβούσε το ενδιαφέρον. Η κυρία Ματίνα είχε το περίπτερο της πλατείας και έτσι μπορούσε να παρατηρεί καλά τον Ρίκι, το άτακτο κατοικίδιό μας.
Αυτή η συνήθεια γινόταν κάθε Κυριακή πρωί, ώσπου μια καλοκαιρινή μέρα συνέβη το μοιραίο. Ο Ρίκι πέρασε από το θέατρο και στάθηκε μπρος στην σκάλα. Την κοίταξε λίγα λεπτά, γιατί είχε κάτι το ξεχωριστό. Είχαν τοποθετήσει έναν τσίγκο ο οποίος μπαίνει τις ηλιόλουστες μέρες για να μην διασταλούν τα κάγκελα και οι βάσεις τους. Όμως αυτό δεν τον εμπόδισε και σε λίγα δευτερόλεπτα είχε ανέβει τρέχοντας χωρίς καμιά ιδιαίτερη δυσκολία. Χοροπήδησε για μια ακόμα φορά στο παγκάκι και άφοβα, χωρίς να κοιτάξει κάτω, πήγε να πηδήξει στην καρότσα από το παρκαρισμένο αγροτικό αμάξι η οποία όμως έλειπε μιας και ο παπάς θα λειτουργούσε στο μοναστήρι και όχι στο χωριό. Το σκυλάκι μου έπεσε στο κενό. Τους πόνους ακολούθησαν τα απαίσια βογκητά του Ρίκι ο οποίος βρισκόταν σαστισμένος και πεσμένος κάτω στο έδαφος.
Εκείνη την μέρα, η γιαγιά μου ενημερώθηκε άμεσα  από τον κτηνίατρο ο οποίος είχε τώρα τον Ρίκι. Αυτός είπε στην γιαγιά μου ότι ο Ρίκι είχε τρία σπασμένα πλευρά και το ζώο μεταφέρθηκε αμέσως σε μια κλινική της Αθήνας για χειρουργείο μιας και ο Ρίκι ήταν σε σοβαρή κατάσταση. Σε ένα μήνα ο Ρίκι ήταν περδίκι.
Την επόμενη Κυριακή, η κυρία Ματίνα είδε όπως πάντα τον Ρίκι να περπατά καμαρωτός-καμαρωτός, πηγαίνοντας προς την εκκλησία. Όπως καταλαβαίνετε, το περιστατικό με την υγεία του δεν τον επηρέασε, δεν του άλλαξε μυαλά. Αλλά από τότε δεν ξαναείδαμε τον Ρίκι στο νοσοκομείο!!!
                                                                ΔΑΦΝΗ ΠΑΝΟΥ